Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Cui bono?



Παρέμβαση της Τζίνας Πολίτη στην εκδήλωση «Η ελληνική Αριστερά για μια άλλη Ευρώπη», που οργάνωσε το Τμήματα Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ στο Booze (13.6.2012)
 Της Τζίνας Πολίτη
 Πηγή: Red Notebook 

«Cui  bono?». Προς τι; Αυτή ήταν η αντίδραση του διάσημου George Steiner όταν, στη διάρκεια της δικτατορίας, τον ρώτησα αν ήθελε να υπογράψει την έκκληση  για την απελευθέρωση Ελλήνων διανοουμένων που κρατούνταν και βασανίζονταν στο ΕΑΤ-ΕΣΑ. «Cui bono?»,  μου είπε, κρυπτόμενος πίσω από το ρητορικό ερώτημα - και δεν υπέγραψε.

Σε ένα δοκίμιό μου για τις Ακυβέρνητες Πολιτείες του Στρατή Τσίρκα, οι τελευταίες φράσεις είναι οι εξής: «Ο φάρος της Ιστορίας παραμένει σβηστός. Περιμένει το νεκρό φαροφύλακα να έρθει από το παρελθόν να τον ανάψει. Αυτόν που δεν συνομολόγησε, δεν έβαλε την υπογραφή του».


Τι σημαίνει άραγε η άρνηση ή η κατάφαση υπογραφής; Πότε το σημασιακό φορτίο  της  «άρνησης» ή και της «κατάφασης» αποκτά θετικό ή αρνητικό πρόσημο,   εννοούμενο είτε ως στίγμα δειλίας είτε ως μαρτυρία ανδρείας; Ποια η σχέση υπογραφής και βίας, υπογραφής και θυσίας;

Ζούμε σε μια κουλτούρα, εμείς εδώ στην Ελλάδα, όπου η αντίληψη περί  «υπογραφής» δεν φέρει ως κύριο γνώρισμα το ουδέτερο εκείνο της συμφωνίας συμβολαίου, της εγγύησης ή  της επικύρωσης. Οι νομικοί αυτοί όροι αποκτούν σε εμάς μιαν ιδιαίτερα συμβολική σημασία: Γράφει ο Γιάννης Ρίτσος από την εξορία  στον Πάμπλο Νερούντα:
Όταν χτυπάει την πόρτα μου το φως
Επιμένοντας να μου χαρίσει ακόμα ένα παράθυρο
Επιμένοντας να του υπογράψω  την κατάφασή του
Είσαι εσύ Πάμπλο που χτυπάς την πόρτα μου
Εσύ που βεβαιώνεις το γνήσιο της υπογραφής μου.        
Σ’ ευχαριστώ.

 Αυτή την παράδοση, αυτό το αξιακό φορτίο που φέρει η έννοια της «υπογραφής», την οφείλουμε στους αγώνες και τις θυσίες της κομμουνιστών συντρόφων και συντροφισσών μας. Σήμερα, όσοι και όσες εγκαλούν τους πολιτικούς Γιώργο Παπανδρέου, Αντώνη Σαμαρά και Ευάγγελο Βενιζέλο γιατί «προσκύνησαν» κι  έβαλαν την υπογραφή τους, είτε το ξέρουν είτε δεν το ξέρουν, είτε είναι κεντρώοι είτε είναι  δεξιοί, τιμούν και ακολουθούν την παράδοση που μας κληροδότησαν όλοι εκείνοι οι αγωνιστές που έζησαν στο κολαστήριο της Μακρονήσου, όλοι εκείνοι και εκείνες που δεν συνομολόγησαν, δεν έβαλαν την υπογραφή τους και που οι κατοπινοί αριστεροί ταπεινά συνεχίζουν: «Κι άλλοτε διαδήλωση άλλοτε επιτάφιος άλλοτε σιδερόφραχτη λεγεώνα και πάλι επιτάφιος και πάλι διαδήλωση…», γράφει ο ποιητής Βύρων Λεοντάρης.

Και σήμερα, το θέμα της υπογραφής έχει πάρει  και πάλι τεράστιες ηθικές διαστάσεις. Γιατί έχει συνδεθεί με την αξιοπρέπεια ενός ολόκληρου λαού, με την επιβίωση όλων εκείνων που παράγουν τον πλούτο στην χώρα μας: Καταργήθηκε η «υπογραφή» των συλλογικών συμβάσεων. Επανήλθε η υπογραφή των ατομικών συμβάσεων που καταρρακώνει την αυτοεκτίμηση του εργαζόμενου και  τον  υποτάσσει στη βία του  εργοδότη που τον φοβερίζει  με την ανεργία, την πείνα, την αυτοκτονία. Τα σαρκοβόρα κοράκια του φιλελευθερισμού του 19ου αιώνα, επέστρεψαν δριμύτερα στις νεοφιλελεύθερες μέρες μας, χλευάζοντας και ακυρώνοντας όλους τους αιματηρούς, νικηφόρους εργατικούς αγώνες, για να εξοντώσουν με την εξαθλίωση και την πείνα χιλιάδες χιλιάδων γυναίκες,  άνδρες και  παιδιά, όλους εκείνους τους συνανθρώπους μας, πολλοί από τους οποίους δεν έμαθαν ποτέ πώς να υπογράφουν με το όνομά τους και βάζουν στη θέση  της υπογραφής τους ένα σταυρό.

Όμως, ο ποιητής Ρίτσος από παλιά προειδοποιούσε:
Ένα παιδί νυστάζει. Θέλει να κοιμηθεί και δεν τ’ αφήνει η πείνα
Να θυμάσαι τα παιδιά που δεν κοιμούνται
Κάποτε, και μια κούνια πικραμένη που τραμπαλίζεται στην ερημιά της
Μπορεί να’ ναι ένας στόλος οργής σκίζοντας θριαμβευτικά τη Μεσόγειο.

Ναι. Όλα αυτά τα εφιαλτικά συμβαίνουν στην «πολιτισμένη» Ευρώπη, την Ευρώπη της Δημοκρατίας, της αλληλεγγύης, της Ελευθερίας, της Ισότητας, της Αδελφοσύνης, των ανθρωπιστικών αξιών και ιδεωδών. Όμως αυτή δεν ήταν ποτέ η Ευρώπη των Ισχυρών.  Αυτή είναι η Ευρώπη που οικοδόμησε με τους αγώνες της η εργατική τάξη μαζί με τους εργάτες της γνώσης. Αυτοί πάλεψαν μαζί για την δημοκρατία και άλωσαν τα κοινοβούλια των ευγενών και των αστών. Και γι’ αυτήν καλούνται να παλέψουν και σήμερα, γιατί εξακολουθεί να βιάζεται από τους Ισχυρούς που ξεπουλάν όσο- όσο  στις αδηφάγες αγορές το μοναδικό στον κόσμο  συμβολικό της κεφάλαιο.

Ο Tony Benn, ο γνωστός αριστερός αγωνιστής του άλλοτε Εργατικού κόμματος της Αγγλίας, γράφει στα ημερολόγιά του: «Όταν έγινα υπουργός συνειδητοποίησα τη δύναμη των  βιομηχάνων και των τραπεζιτών να επιβάλλουν  το δικό τους με τον πιο ωμό τρόπο της οικονομικής πίεσης ακόμα και με εκβιασμό ενάντια στην εργατική κυβέρνηση... Τα μαθήματα αυτά με οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι το Ενωμένο Βασίλειο κυβερνάται μόνο επιφανειακά από τους βουλευτές και τους ψηφοφόρους που τους εκλέγουν... Αν ο αγγλικός λαός αναρωτιόταν ποτέ ποια δύναμη έχει πραγματικά κάτω από αυτό το πολιτικό σύστημα, θα ανακάλυπτε με έκπληξη  πόσο ελάχιστη είναι: και τότε μια νέα  κίνηση χαρτισμού μπορεί να γεννιόταν και γρήγορα να κέρδιζε σε ορμή».

Στις 27 Μαϊου του 2010, ο Tony Benn κάλεσε σε πάλη ενάντια στις άγριες περικοπές που επέβαλλαν οι κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Ελλάδας στους εργαζόμενους: «Δεν μπορώ να πληρώσω, δεν πληρώνω», ήταν το σύνθημα. Στις 13 Φεβρουαρίου του 2012 έκανε έκκληση για αλληλεγγύη στον σκληρά  δοκιμαζόμενο λαό της Ελλάδας και μαζεύτηκαν εκατοντάδες υπογραφές ανθρώπων της διανόησης. Στο ανάμεσα, στις 2 Ιουνίου 2011, εμφανίστηκε στην Ελλάδα η Διακήρυξη των 32 «Τολμήστε». Οι οποίοι 32, επώνυμοι λογοτέχνες, καλλιτέχνες, και πανεπιστημιακοί, ανάμεσα σε άλλα σοβαροφανή, αναφέρουν ότι «ως υπεύθυνοι πολίτες» νοιώθουνε την ανάγκη να μιλήσουν «καθώς οι φωνές του λαϊκισμού και της ανευθυνότητας κυριαρχούν στο δημόσιο λόγο, κρύβοντας από τους περισσότερους Έλληνες τη σοβαρότητα της κατάστασης και προτείνοντας λύσεις καταστροφικές, ανεδαφικές ή εξωπραγματικές σε στιγμές κρίσης». Έτσι, προειδοποιούν ότι «όσοι αγνοούν προκλητικά τα σημεία των καιρών και, επιδεικνύοντας ασυγχώρητη ιδιοτέλεια, επιμένουν να επενδύουν στην κατάρρευση με οδηγό το δικό τους προσωπικό κομματικό συμφέρον, θα χρεωθούν στο ακέραιο την καταστροφή της χώρας». «Ο Τόπος» σημειώνουν, «χρειάζεται μια ηγεσία ευθύνης και εθνικής ανασυγκρότησης που, σε συνεργασία με τους ευρωπαίους εταίρους μας, θα κάνει τα απαραίτητα για τη σωτηρία».

Μάλιστα. Καταλάβαμε. Danke schön, merci.

Έπρεπε να δημοσιευτεί στις 5 Ιουνίου του 2012 η Διακήρυξη» με τις υπογραφές 250 προσωπικοτήτων από την Ευρώπη και την Αμερική και  να τη συγκρίνουμε με εκείνη των 32, για να καταλάβουμε τι σημαίνει σκέψη διάτρητη από φτηνή, μαύρη προπαγάνδα, και τι διανοητικό ήθος.

Αλλά  δεν πρόφτασε να γίνει γνωστή αυτή η διακήρυξη εδώ στην Ελλάδα,  δεν πρόφτασε να προσφέρει με την προσωπική παρουσία του τη συμπαράσταση του στο ΣΥΡΙΖΑ ο Σλάβοϊ  Ζίζεκ, δεν πρόφτασε ο Τσόμσκι να στείλει μέσω του τύπου μήνυμα προς τους Έλληνες για την ιστορική σημασία των επερχόμενων εκλογών, επισημαίνοντας ότι οι πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, τα «βάρβαρα προγράμματα» που επιβάλλουν στο κύριο θύμα – την Ελλάδα «θα υπονομεύσουν το κοινωνικό συμβόλαιο που κατακτήθηκε ύστερα από πολύχρονους λαϊκούς αγώνες ...έκβαση άλλωστε –όπως έχουν παραδεχτεί ανοιχτά– που μπορεί να αποτελεί και το κυρίαρχο κίνητρο για το όλο εγχείρημα» - δεν  πρόφτασαν λοιπόν  να δημοσιοποιηθούν όλες αυτές οι υπογραφές στήριξης της ριζοσπαστικής αριστεράς και να σου η εγχώρια Παρέμβαση πενήντα πανεπιστημιακών εν όψει των εκλογών της 17ης Ιουνίου.  Παραθέτω: «Κάποιοι εκμεταλλεύονται την οργή και την απογοήτευση. Κρύβονται πίσω από το προσωπείο ενός γνώριμου κρατικισμού και μοιράζουν ψευδαισθήσεις. Υπόσχονται λεφτά που δεν υπάρχουν και ταυτόχρονα αμφισβητούν την περιουσία και τα εισοδήματα των πολιτών. Λεηλατούν ψήφους ένθεν κακείθεν. Δεν έχουν πρόγραμμα, ούτε καν ενιαίες θέσεις. Συνισταμένη τους είναι ο πολιτικός τυχοδιωκτισμός».

Το ρητορικό ύφος αυτής της  Παρέμβασης αντλεί από τα πλέον τετριμμένα στερεότυπα, καπηλεύεται το πατριωτικό αίσθημα και σπιλώνει έναν πολιτικό χώρο με τα πιο φτηνά κόλπα της μαύρης προπαγάνδας προκειμένου  να σπείρει τον πανικό Σε αυτό το κατάπτυστο κείμενο έχουν βάλει την υπογραφή τους 50 πανεπιστημιακοί δάσκαλοι.! «Για να έβγει αληθινός ο λόγος, ότι σιμά η μέρα όπου το κάλλος θα παραδοθεί στις μύγες της Αγοράς»,  γράφει ο Ελύτης.

Αλλά, «όποιος δεν έχει δει ανθρώπους να πεθαίνουν από αόρατο χέρι στους δρόμους, δεν μπορεί να καταλάβει τι σημαίνει και τι είναι ο θάνατος μιας χώρας...κάθε θεσμός  της κι ένα έμφραγμα κάθε νόμος της και μια εμβολή... κι  όλο νοιώθω στον τράχηλό μου το ζυγό της ...κι όλο μου φέρνει κρύα ρίγη η χυδαιότητά της...Δεν θέλω να είμαι αυτή η χώρα...εγώ θέλω να είμαι η ζωή» [1]
                                                                

Ευχαριστώ

_______________________
                                  
[1] Δημήτρης  Δημητριάδης, Πεθαίνω σαν Χώρα




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails